- οργανομεταλλικός
- -ή, -όφρ. «οργανομεταλλικές ενώσεις»χημ. κατηγορία οργανικών ενώσεων τών οποίων τα μόρια περιέχουν άτομα άνθρακα απευθείας ενωμένα με άτομα μετάλλων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. organometallique (< όργανο + μεταλλικός)].
Dictionary of Greek. 2013.